ESPA BANNER
φιλτρο που καθαριζει το νερο

Why should we install water filters?

[:el]Παρά το γεγονός ότι το νερό της Ελλάδας θεωρείται από τα καλύτερα της Ευρώπης, δυστυχώς πολλές φορές η καταλληλόλητά του αμφισβητείται. Ο λόγος; Οι ανθρώπινες δραστηριότητες, η ανεπαρκής επεξεργασία ή η παράλειψη εφαρμογής των οδηγιών της ΕΕ.  Το αποτέλεσμα: προκαλούνται προβλήματα εξαιρετικά σημαντικά και επικίνδυνα για την υγεία μας.  Οι περιοχές που θεωρούνται ζώνες υψηλού κινδύνου για την ποιότητα του νερού, είναι οι αγροτικές περιοχές, οι περιοχές με βιομηχανικές μονάδες  και εκείνες που βρίσκονται κοντά σε χωματερές. Η αιτία είναι η σταθερή παρουσία φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων στον υδροφόρο ορίζοντα. Δεδομένου λοιπόν, ότι στις 22 Μαρτίου γιορτάζουμε την παγκόσμια ημέρα νερού, είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να ελέγξετε το νερό της βρύσης σας όσον αφορά στην ασφάλεια και την καταλληλόλητά του έτσι ώστε να αποφύγετε δυσάρεστες συνέπειες. Με ποιον τρόπο; Αρχικά θα πρέπει να απευθυνθείτε στην δημοτική επιχείρηση ύδρευσης της περιοχής σας, ζητώντας εγγράφως τις τοπικές μετρήσεις που έχουν γίνει. Ανεξάρτητα όμως από αυτό κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να ελέγξει εφόσον το επιθυμεί το νερό που καταναλώνει και να καταγγείλει τυχόν προβλήματα στις Διευθύνσεις Υγείας των κατά τόπους · Νομαρχιών και στο Γενικό Χημείο του Κράτους. Εκείνο όμως που θα πρέπει να φροντίσετε εφόσον αποφασίσετε να απευθυνθείτε σε ιδιωτικά εργαστήρια ελέγχου είναι να ελέγχετε αν διασφαλίζουν την ύπαρξη κατάλληλου συστήματος ποιοτικού ελέγχου και αν υποβάλλονται σε συχνούς ελέγχους από τις αρμόδιες αρχές. Υπολογίστε ότι το κόστος για έναν απλό μικροβιολογικό έλεγχο κυμαίνεται μεταξύ 25-35 ευρώ και για έναν απλό χημικό έλεγχο από 30-40 ευρώ. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ακαταλληλότητα του νερού, οι ειδικοί θα είναι πρόθυμοι να σας δώσουν περισσότερες πληροφορίες για το πώς θα πρέπει να αντιμετωπίσετε το πρόβλημα. Εκείνο που θα πρέπει εσείς να μην αμελείτε προληπτικά, είναι η καλή συντήρηση των υδραυλικών σωληνώσεων και η χρήση φίλτρου που πρέπει να αλλάζετε ανά τακτά χρονικά διαστήματα για να πίνετε νερό… στην υγειά σας![:en]Despite the fact that Greece's water is considered one of the best in Europe, unfortunately its suitability is often questioned. The reason; Human activities, insufficient processing or failure to apply EU directives. The result: extremely important and dangerous problems for our health are caused. Areas considered high risk zones for water quality are rural areas, areas with industrial units and those located near landfills. The cause is the constant presence of pesticides and fertilizers in the water table. So, since March 22nd is World Water Day, it's a very good opportunity to check your tap water for safety and suitability in order to avoid unpleasant consequences. In what way? You should first contact the municipal water supply company in your area, requesting in writing the local measurements that have been made. However, regardless of this, every citizen has the right to check the water they consume if they wish and to report any problems to the Health Directorates of the local Prefectures and the State General Chemistry. But what you should take care of if you decide to turn to private testing laboratories is to check whether they ensure the existence of an appropriate quality control system and whether they undergo frequent checks by the competent authorities. Estimate the cost for a simple microbiological test between 25-35 euros and for a simple chemical test from 30-40 euros. In the event that the water is found to be unsuitable, the experts will be happy to give you more information on how you should deal with the problem. What you should not neglect as a precaution, is the good maintenance of the hydraulic pipes and the use of a filter that you must change at regular intervals in order to drink water... to your health![:]

Activated carbon

[:el]Ο ενεργός άνθρακας έχει την ικανότητα να προσροφά στην επιφάνειά του: Μικρομοριακές οργανικές ουσίες Χρωστικές ουσίες (που προέρχονται από την αποσύνθεση οργανικών ουσιών) Πάσης φύσεως οσμές (που προέρχονται από αέρια ή και την αποσύνθεση οργανικών ουσιών)Αέρια Σε ορισμένο βαθμό, βαρέα και τοξικά (για τον οργανισμό μας) μέταλλα όπως, χαλκός, ψευδάργυρος, μόλυβδος, υδράργυρος(που προέρχονται από βιομηχανικές μολύνσεις είτε από παλαιές σωληνώσεις δικτύων ύδρευσης) κ.α. Αφαιρεί αποτελεσματικά το πολύ δραστικό χλώριο μέσα από το νερό .Τα φίλτρα ενεργού άνθρακα συμβάλουν ουσιαστικά στην τεχνολογία καθαρισμού του νερού. Χρησιμοποιούνται με τρεις τρόπους: Ως αυτόνομες μονάδες καθαρισμού του νερού κυρίως σε δίκτυα πόλεων για την απομάκρυνση χρωστικών ουσιών, οσμών και κυρίως του υπολειμματικού χλωρίου το οποίο έχει διάφορες δυσμενείς επιπτώσεις στον οργανισμό μας.  Ως προ-φίλτρα σε άλλα συστήματα καθαρισμού, όπως αντίστροφης ώσμωσης Ως τελικά φίλτρα μετά τον κυρίως καθαρισμό για την απομάκρυνση υπολειμμάτων απολυμαντικών οσμών, κ.α. - ποσότητες μετάλλων (χαλκού, μόλυβδου, ψευδάργυρου, κ.α.) που βρίσκονται στους σωλήνες ύδρευσης, - σε ποσοστό 100% τις ποσότητες χλωρίου που υπάρχει στο νερό του δικτύου πόλεων [:en]Activated carbon has the ability to adsorb on its surface: Micromolecular organic substances Coloring substances (derived from the decay of organic substances) All kinds of odors (coming from gases or the decomposition of organic substances) Gases To a certain extent, heavy and toxic (for our body) metals such as copper, zinc, lead, mercury (which come from industrial pollution or from old piping of water supply networks) etc. Effectively removes very active chlorine from the water. Activated carbon filters contribute significantly to water purification technology. They are used in three ways: As autonomous water purification units mainly in city networks to remove pigments, odors and mainly residual chlorine which has various adverse effects on our body. As pre-filters in other purification systems, such as reverse osmosis As final filters after the main cleaning to remove residual disinfectant odors, etc. - amounts of metals (copper, lead, zinc, etc.) found in water pipes, - 100% of the amounts of chlorine present in the water of the city network [:]

The unique properties of free from metals.

[:el]Οι μοναδικές ιδιότητες του ελεύθερου από μέταλλα, πεντακάθαρου νερού στην πραγματικότητα κάνει τις μετρήσεις PH στον οργανισμό μας ανούσιες. Είναι μία τελείως λανθασμένη αντίληψη ότι το αλκαλικό νερό είναι το κλειδί για μία τέλεια υγεία, παρόλο που οι αξιώσεις για τα οφέλη και τα πλεονεκτήματα του αλκαλικού νερού δεν υποστηρίζονται από αξιόπιστα στοιχεία. Οι έξυπνοι πωλητές και μαρκετίστες βασίζονται σε προσωπικές καταθέσεις ανθρώπων και ψευδό-επιστημονικές μελέτες για να προωθήσουν το αλκαλικό νερό ως ένα ισχυρό αντιοξειδωτικό που μπορεί να αποτρέψει ή και να ανατρέψει πολλές ασθένειες όπως τον καρκίνο και την αρθρίτιδα, να χαρίσει υπερβολική ενέργεια, να διορθώσει τον μεταβολισμό και να μειώσει την διαδικασία γήρανσης του οργανισμού μας. Δεν υπάρχει καμία μα καμία επιστημονική απόδειξη ότι όλες αυτές οι αξιώσεις είναι αληθινές. Στον πόλεμο του νερού, οι υπέρμαχοι του αλκαλικού νερού, δεν προωθούν μόνο τα οφέλη του αλκαλικού νερού αλλά κατά καιρούς εναντιώνονται στη χρήση της αντίστροφης ώσμωσης. Πιστεύουν μάλιστα ότι το να πίνει κανείς νερό από αντίστροφη ώσμωση είναι κακό γιατί το νερό μπορεί να γίνει ελαφρώς όξινο. Η αλήθεια είναι ότι οι μοναδικές ιδιότητες ενός νερού απαλλαγμένου από μέταλλα, στην πραγματικότητα κάνει την μέτρηση PH ανούσια για τον οργανισμό μας. Το απιονισμένο νερό, το νερό της βροχής και το νερό από κάποιες πηγές έχει επίσης τις ίδιες ιδιότητες που το κάνει κι αυτό όξινο. Επεξήγηση του PH και γιατί αυτό έχει σημασία. Για να καταλάβουμε καλύτερα πως ο οργανισμός μας αδιαφορεί τελείως για αυτήν την διαμάχη, είναι βασικό να καταλάβουμε το πως δουλεύει και τί είναι το PH. Το επίπεδο PH είναι μία ποσοτική μέτρηση από τα ιόντα υδρογόνου που αντιπροσωπεύουν την οξύτητα ή alkalinity ενός διαλύματος. Το όξινο διάλυμα έχει περισσότερα ελεύθερα ιόντα υδρογόνου και το αλκαλικό διάλυμα έχει λιγότερα ιόντα υδρογόνου. Κάθε ουσία που μειώνει το PH θεωρείται όξινη και κάθε ουσία που ανεβάσει το PH θεωρείται αλκαλικό. Τα buffers είναι ουσίες που επιτρέπουν στο νερού να αντιστέκεται στην αλλαγή PH όταν σε αυτό προστίθεται μία όξινη ή αλκαλική ουσία. Οι μετρήσεις του PH κυμαίνονται από 0 έως 14. Το ουδέτερο PH είναι το 7. PH μικρότερο από 7 είναι όξινο και PH μεγαλύτερο από 7 είναι αλκαλικό. Η κλίματα του PH είναι λογαριθμική οπότε για κάθε μία μονάδα αλλαγής στο PH, υπάρχει η δεκαπλάσια αλλαγή σε συγκέντρωση ιόντων. Αυτό σημαίνει ότι ένα διάλυμα με PH 3 είναι δέκα φορές πιο όξινο από ένα διάλυμα με PH 4 και εκατό φορές πιο όξινο από ένα διάλυμα με PH 5. Οι επιδράσεις στην κλίμακα PH από νερό αντίστροφης ώσμωσης. Το εξαιρετικά καθαρό και φιλτραρισμένο νερό από αντίστροφη ώσμωση έχει ουδέτερο PH, δηλαδή έχει PH 7. Από τη στιγμή που δεν υπάρχουν καθόλου διαλυμένα στερεά (TDS) στο νερό, δεν υπάρχει τίποτα που μπορεί να επηρεάσει το PH, είτε να το κάνει πιο όξινο είτε πιο αλκαλικό. Το νερό της αντίστροφης ώσμωσης είναι τόσο καθαρό και παράλληλα ευαίσθητο που η παραμικρή προσθήκη μίας οποιασδήποτε ουσίας αλλάζει το PH του κατευθείαν. Ακόμα και μία μικρή ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα από τον αέρα, μπορεί να μειώσει το PH του στον αριθμό 6 της κλίμακας PH. Για τον ίδιο λόγο, ακόμα και μία μικρή ποσότητα μίας αλκαλικής ουσίας όπως η μαγειρική σόδα, θα ανεβάσει το επίπεδο PH ενός νερού από αντίστροφη ώσμωση σε επίπεδα πάνω από 7. Αντιθέτως, το μεταλλικό νερό χρειάζεται πολύ περισσότερες όξινες ουσίες ή αλκαλικές για να επηρεάσει τα επίπεδα του PH του. Η διαφορά έγκειται στην παρουσία αυτών των buffers που κάνουν το νερό πιο ισχυρό σε αυτές τις αλλαγές. Επομένως, όταν πίνετε ελαφρώς όξινο νερό αντίστροφης ώσμωσης, αμέσως ενώνεται με τα όξινα ένζυμα που βρίσκονται στο σάλιο μας και βοηθούν στην πέψη, και δευτερόλεπτα αργότερα με πολύ όξινα ένζυμα και γαστρικά υγρά που βρίσκονται στο στομάχι μας, χωρίς να επηρεάζουν το PH μας με κανένα τρόπο. Εν συντομία, το εξαιρετικά ευαίσθητο νερό της αντίστροφης ώσμωσης, αμέσως προσαρμόζεται στον οργανισμό μας παρά το αντίθετο, δηλαδή ο οργανισμός μας να προσαρμόζεται στο νερό που μόλις ήπιαμε. Το πολύ ισχυρό υδροχλωρικό οξύ στο στομάχι μας που έχει 1 PH είναι 100.000 φορές πιο όξινο από το ελαφρώς όξινο νερό της αντίστροφης ώσμωσης που πίνουμε. Αυτό κάνει το επίπεδο PH της αντίστροφης ώσμωσης να είναι τελείως ασήμαντο. Λόγοι για να μην πίνετε αλκαλικό νερό Σύμφωνα με τον Dr. Bob Arnot, M.D., που είναι γνωστός συγγραφέας και διατροφολόγος, σε ένα πρόσφατο άρθρο στο περιοδικό Men’s Health, "Πείτε όχι στο αλκαλικό νερό! Είναι απάτη!. Το σώμα σας είναι σχεδιασμένο να προσαρμόζεται στο βέλτιστο για το ίδιο επίπεδο PH ασχέτως με τί καταναλώνετε. Για παράδειγμα, μόλις το αλκαλικό νερό εισέρχεται στο στομάχι σας, το σώμα σας απλά "ρίχνει" περισσότερες ποσότητες όξινου για να το απενεργοποιήσει". Αφού το στομάχι είναι σχεδιασμένο για να είναι όξινο, πρέπει να παράγει περισσότερο οξύ κάθε φορά που πίνετε αλκαλικό νερό για να ισοφαρίζει την διάλυση των γαστρικών υγρών. Σε ένα υγιές έντερο, η συνεχής και μακροχρόνια κατανάλωση αλκαλικού νερού μπορεί να προκαλέσει μία μη φυσιολογική κατάσταση χώνεψης. Ακόμα και η κατανάλωση αλκαλικού νερού μαζί με γεύματα, μπορεί να διαλύσει την φυσική οξύτητα του πεπτικού συστήματος και να προκαλέσει προβλήματα στην πέψη. Η διατήρηση της σωστής στομαχικής οξύτητας είναι απαραίτητη για την προστασία ενάντια στα βακτήρια και τις μολύνεις. Το όξινο περιβάλλον καταστρέψει παθογόνους οργανισμούς που μπορεί κάποιος να καταναλώσει είτε από το φαγητό είτε από το νερό του. Το να αλλάζουμε το όξινο περιβάλλον στο στομάχι μας, μας αφήνει τρωτούς σε μολύνσεις. Πάρα πολλοί άνθρωποι πάνω από 60 ετών υποφέρουν από κάποιας μορφής ασθένεια που προέρχεται από χαμηλό στομαχικό οξύ. Αυτό προφανώς επιδεινώνεται με την κατανάλωση αλκαλικού νερού. Παρόλες τις προειδοποιήσεις οι περισσότεροι άνθρωποι επιθυμούν την καλύτερη δυνατή υγεία χωρίς τις θυσίες που απαιτούνται για να το κάνουν αυτό με ασφαλή τρόπο.[:en]The unique properties of mineral-free, crystal clear water actually renders our body PH readings meaningless. It is a complete misconception that alkaline water is the key to perfect health, even though claims about the benefits and advantages of alkaline water are not supported by reliable evidence. Clever salespeople and marketers rely on people's personal testimonies and pseudo-scientific studies to promote alkaline water as a powerful antioxidant that can prevent or even reverse many diseases such as cancer and arthritis, give excess energy, correct metabolism and reduce the aging process of our body. There is absolutely no scientific proof that any of these claims are true. In the water war, alkaline water advocates not only promote the benefits of alkaline water but sometimes oppose the use of reverse osmosis. They even believe that drinking reverse osmosis water is bad because the water can become slightly acidic. The truth is that the unique properties of mineral-free water actually make the PH measurement meaningless for our bodies. Deionized water, rainwater, and water from some springs also have the same properties that make it acidic as well. PH explained and why it matters. To better understand how our body is completely indifferent to this controversy, it is essential to understand how it works and what PH is. The PH level is a quantitative measurement of the hydrogen ions that represent the acidity or alkalinity of a solution. Acidic solution has more free hydrogen ions and alkaline solution has less hydrogen ions. Any substance that lowers the PH is considered acidic and any substance that raises the PH is considered alkaline. Buffers are substances that allow water to resist changing PH when an acidic or alkaline substance is added to it. PH readings range from 0 to 14. Neutral PH is 7. PH less than 7 is acidic and PH greater than 7 is alkaline. The pH scale is logarithmic so for every one unit change in PH, there is a tenfold change in ion concentration. This means that a solution with a pH of 3 is ten times more acidic than a solution with a pH of 4 and a hundred times more acidic than a solution with a pH of 5. The effects on the PH scale of reverse osmosis water. Ultra-pure and filtered water from reverse osmosis has a neutral PH, meaning it has a PH of 7. Since there are no dissolved solids (TDS) in the water, there is nothing that can affect the PH, either making it more acidic or more alkaline. Reverse osmosis water is so pure and at the same time sensitive that the slightest addition of any substance changes its PH directly. Even a small amount of carbon dioxide from the air can lower its PH to number 6 on the PH scale. For the same reason, even a small amount of an alkaline substance such as baking soda will raise the PH level of a reverse osmosis water to levels above 7. In contrast, mineral water needs much more acidic or alkaline substances to affect the its PH levels. The difference lies in the presence of these buffers that make the water more robust to these changes. Therefore, when you drink slightly acidic reverse osmosis water, it immediately combines with the acidic enzymes found in our saliva that aid in digestion, and seconds later with highly acidic enzymes and gastric juices found in our stomach, without affecting our PH in any way. way. In short, the highly sensitive reverse osmosis water immediately adapts to our body rather than the opposite, that is, our body adapting to the water we just drank. The very strong hydrochloric acid in our stomach that has a PH of 1 is 100,000 times more acidic than the slightly acidic reverse osmosis water we drink. This makes the PH level of reverse osmosis completely irrelevant. Reasons not to drink alkaline water According to Dr. Bob Arnot, M.D., who is a well-known author and nutritionist, in a recent article in Men's Health magazine, "Say No to Alkaline Water! It's a Scam! Your body is designed to adjust to the optimum for the same PH level no matter what you consume . For example, once alkaline water enters your stomach, your body simply "throws out" more acid to neutralize it. Since the stomach is designed to be acidic, it has to produce more acid every time you drink alkaline water to balance the dissolution of gastric juices. In a healthy gut, continuous and long-term consumption of alkaline water can cause an abnormality[:]

System for absolute cleaning, of any water quality.

[:el]Η επιλογή ενός συστήματος αντίστροφης ώσμωσης θα πρέπει να γίνεται μόνο κατόπιν συμβουλής ειδικού, και γνωρίζοντας τη χημική σύσταση του νερού προς επεξεργασία. Όλα τα συστατικά μέρη της συσκευής είναι πιστοποιημένα για την επεξεργασία ποσίμου νερού κατα NSF. ( ISO για τα προ φίλτρα W.F). Ένα τυπικό σύστημα έχει πέντε στάδια επεξεργασίας νερού: Μεμβράνη πολυπροπυλενίου υψηλής πυκνότητας 5μ για παρακράτηση αιωρούμενων σωματιδίων.  Ανταλλακτικό φίλτρο ενεργού άνθρακα ικανότητας 5μ για παρακράτηση χλωρίου και άλλων χημικών ρύπων. Ανταλλακτικό φίλτρο ενεργού άνθρακα ικανότητας 3μ για παρακράτηση χλωρίου, και άλλων χημικών ρύπων σε μεγαλύτερο βαθμό. Μεμβράνη αντιστρόφου ωσμώσεως ικανότητας διήθησης 0,001μ για κατακράτηση σιδήρου (σε μικρές περιεκτικότητες), μαγγανίου, νιτρικών, αλάτων, εξασθενούς χρωμίου και άλλων ρύπων. Επίσης γίνεται ελαφρά απολύμανση του νερού με την απαγόρευση διέλευσης βακτηρίων. Φίλτρο άνθρακα απο κοκκοφοίνικα για την τελική απόσμηση του νερού. Διαστάσεις Αντίστροφης ώσμωσης (45χ50χ15) ΜΧΥΧΠ περίπου Διαστάσεις δοχείου Αντίστροφης ώσμωσης 25 διάμετρος , 45 ύψος περίπου Image by Freepik[:en]The choice of a reverse osmosis system should only be made after expert advice, and knowing the chemical composition of the water to be treated. All components of the device are NSF certified for potable water treatment. (ISO for W.F pre-filters). A typical system has five stages of water treatment: 5m high density polypropylene membrane to retain suspended particles. Replacement active carbon filter with a capacity of 5 m for retention of chlorine and other chemical pollutants. Replacement active carbon filter with a capacity of 3 m for retention of chlorine and other chemical pollutants to a greater extent. Reverse osmosis membrane with a filtration capacity of 0.001μ for the retention of iron (in small concentrations), manganese, nitrates, salts, hexavalent chromium and other pollutants. The water is also slightly disinfected by prohibiting the passage of bacteria. Coconut carbon filter for the final deodorization of the water. Reverse osmosis dimensions (45x50x15) LXHXW approx Reverse osmosis container dimensions 25 diameter, 45 height approx Image by Freepik[:]

R/O (Reverse Osmosis) Purification Systems

[:el]1o Στάδιο: SEDIMENT FILTER. Πρόκειται για ένα βαθμιαίο φιλτράρισμα νερού που αποβάλλει αποτελεσματικά τα αιρούμενα σωματίδια, τους ξένους και μη φιλικούς προς τον άνθρωπο οργανισμούς, τα χώματα, τα ιζήματα ή τα κομμάτια σκουριάς, που προέρχονται από τους σωλήνες ύδρευσης. Επίσης προστατεύει την μεμβράνη R/O. 2o Στάδιο: PRE CARBON FILTER Εξάλειψη οποιουδήποτε υπολοίπου χλωρίου και άλλων χημικών ενώσεων, που υπάρχουν στο νερό. 3o Στάδιο: SEDIMENT FILTER 1m Συμπληρωματικό φιλτράρισμα του πρώτου σταδίου όσον αφορά χώματα, σκουριές και αιωρούμενα σωματίδια. 4ο Στάδιο: MEMBRANE R/O Μεμβράνη αντίστροφης ώσμωσης, που έχει πολύ λεπτούς πόρους (0.0001 micron!!!). Καθώς περνάει από μέσα τους το νερό, με πολύ μεγάλη πίεση (πάνω από 3,5 ατμόσφαιρες!), το διαχωρίζει από τους μικροοργανισμούς, μέταλλα, ιούς, ρύπους, την όποια ραδιενεργή μόλυνση και τα άλατα, πετώντας τα απευθείας στην αποχέτευση και επιτρέπει να περάσει στο τελικό στάδιο φιλτραρίσματος μόνο το καθαρό, οξυγονωμένο νερό. 5ο Στάδιο: POST CARBON FILTER Μετά την μεμβράνη, το φίλτρο αυτό εμπλουτίζει την γεύση του νερού και στην ιδανική για την υγεία μας μορφή του μπαίνει στο ποτήρι μας. Σημείωση: Ο άνθρακας που βρίσκεται στο όποιο στάδιο φιλτραρίσματος, είναι Ενεργός Φαρμακευτικός Άνθρακας Image by Freepik[:en]1st Stage: SEDIMENT FILTER. It is a gradual water filtration that effectively removes airborne particles, foreign and unfriendly organisms, soil, sediment or pieces of rust, coming from the water pipes. It also protects the R/O membrane. 2nd Stage: PRE CARBON FILTER Elimination of any residual chlorine and other chemical compounds present in the water. 3rd Stage: SEDIMENT FILTER 1m Additional first stage filtration for dirt, rust and suspended particles. 4th Stage: MEMBRANE R/O Reverse osmosis membrane, which has very fine pores (0.0001 micron!!!). As the water passes through them, with very high pressure (over 3.5 atmospheres!), it separates it from microorganisms, metals, viruses, pollutants, any radioactive contamination and salts, throwing them directly into the drain and allowing pass through the final filtration stage only the clean, oxygenated water. 5th Stage: POST CARBON FILTER After the membrane, this filter enriches the taste of the water and in its ideal form for our health enters our glass. Note: The carbon found in any filtering stage is Activated Medicinal Carbon Image by Freepik[:]

What each stage in osmosis filters.

[:el]1. Πρώτο στάδιο: PPF PPF είναι η προ επεξεργασία φίλτρο εξαγνιστή εσωτερικού εξοπλισμού. Είναι το πρώτο βήμα για τον καθαρισμό του ακατέργαστου νερού το οποίο μπορεί να διηθήματος άμμο, πηλό, σκουριά και την αιωρούμενη ουσία.   2. Δεύτερο στάδιο: UDF Φίλτρο ενεργού άνθρακα έχει το υψηλό adsorptivity που μπορεί να αφαιρέσει το υπολειπόμενο χλωριούχο, το χρώμα, την οσμή και οργανική ουσία.   3. Τρίτο στάδιο: φίλτρο ΚΟΤ ΚΟΤ μπορεί να προσροφά την ιόντων βαρέων μετάλλων από το νερό. Είναι μια επιπλέον λειτουργία θεραπεία για το UDF στάδιο, που μπορεί να αφαιρέσει το υπόλοιπο χλωριούχο, το χρώμα, η οσμή και η οργανική ουσία περαιτέρω.   4. Τέταρτο στάδιο: μεμβράνη RO Το άνοιγμα της μεμβράνης αντίστροφης ώσμωσης είναι 0.0001um. Μπορεί μέσω αφαιρέσετε την βακτηριακή, ιών, βαρέων μετάλλων και οργανικής ουσίας στο νερό περαιτέρω.   5. Πέμπτο στάδιο: T33 T33 μπορεί να αφαιρέσει τη μυρωδιά περαιτέρω, αύξηση της περιεκτικότητας σε οξυγόνο και εμποδίζουν την ανάπτυξη βακτηριδίων.   6. Έξι στάδιο: ορυκτή πέτρα φίλτρο Γυρνώντας τακτικά το νερό στο φρέσκο μεταλλικό νερό απορροφώντας και dissoving μια σειρά από επιβλαβές υλικό όπως βαρέα μέταλλα και vacterial. Αυτά τα πέτρα που λαμβάνονται από το βυθό της θάλασσας σε βάθη που κυμαίνονται από 300 έως 500 μέτρα, αλλάξτε τακτική νερό αλκαλικά τύπου μέσω μιας αντίδρασης ιόντων που αλλάζει.   Αντικαταστήστε το φίλτρο τακτικά για να διατηρηθεί αγνό και καθαρό νερό. Συνιστάται η αντικατάσταση του κύκλου: PPF  3-6 μήνες UDF   5-10 μήνες ΚΟT   4-9 μήνες RO     12-24 μήνες UDF    5-10 μήνες MSF    5-10 μήνες     Image by Freepik[:en]1. First stage: PPF PPF is the pre-treatment filter of internal equipment purifier. It is the first step in the purification of raw water which can filter out sand, clay, rust and suspended matter.   2. Second stage: UDF Activated carbon filter has high adsorptivity which can remove residual chloride, color, odor and organic matter.   3. Third stage: CTO filter CTO can adsorb heavy metal ions from water. It is an additional treatment function for the UDF stage, which can remove residual chloride, color, odor and organic matter further.   4. Fourth stage: RO membrane The opening of the reverse osmosis membrane is 0.0001um. It can through remove the bacterial, viruses, heavy metals and organic matter in the water further.   5. Fifth stage: T33 T33 can remove the smell further, increase the oxygen content and prevent the growth of bacteria.   6. Six stage: mineral stone filter Regularly turning the water into fresh mineral water absorbing and dissoving a number of harmful material such as heavy metals and vacterial. These stones taken from the bottom of the sea at depths ranging from 300 to 500 meters, change regular water alkaline type through an ion reaction that changes.   Replace the filter regularly to maintain pure and clean water. It is recommended to replace the cycle: PPF  3-6 months UDF   5-10 months КОТ   4-9 months RO     12-24 months UDF    5-10 months MSF    5-10 months       Image by Freepik[:]

Water legislation.

[:el]ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το νερό, που προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση δεν πρέπει να περιέχει χημικές ουσίες και μικροοργανισμούς σε ποσότητες που μπορεί να έχουν επιπτώσεις στην υγεία. Πρέπει να είναι ασφαλές και ακίνδυνο για την υγεία, να μην είναι θολό και να μην έχει χρώμα και δυσάρεστη οσμή και γεύση. Πρέπει να είναι ασφαλές και ακίνδυνο για την υγεία, να μην είναι θολό και να μην έχει χρώμα και δυσάρεστη οσμή και γεύση. Η τοποθεσία, η κατασκευή, η λειτουργία και η επίβλεψη μιας πηγής υδροληψίας (πηγές, δεξαμενές, επεξεργασία και διανομή νερού) πρέπει να είναι τέτοιες που να αποκλείουν οποιαδήποτε ρύπανση και του νερού. Οι περισσότερες χώρες στον κόσμο έχουν καθιερώσει πρότυπα ποιότητας του πόσιμου νερού που εφαρμόζουν στην επικράτειά τους και χρησιμοποιούν μεθόδους ανάλυσης και έκφρασης των αποτελεσμάτων παρόμοιες για να είναι εύκολη η σύγκριση μεταξύ τους. Επίσης, επιδημίες από ασθένειες υδρικής προέλευσης μπορεί να αποφευχθούν εάν γίνονται αυστηροί έλεγχοι από τους υπευθύνους των συστημάτων υδροληψίας και τις αρμόδιες αρχές υγείας, όσον αφορά την ποιότητα του πόσιμου νερού. Σύμφωνα με την Υγειονομική Διάταξη, “πόσιμο νερό” νοείται το νερό που χρησιμοποιείται για ανθρώπινη κατανάλωση, είτε με προηγούμενη επεξεργασία, είτε όχι, οποιαδήποτε και αν είναι η προέλευσή του. ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ Η Υγειονομική Διάταξη για το πόσιμο νερό, που ισχύει σήμερα (Α5/288/23-1-86 ΦΕΚ 53/Τεύχος Β΄/20-2-86) είναι εναρμονισμένη με την 80/778/Οδηγία του Συμβουλίου της ΕΟΚ. Περιλαμβάνει 62 παραμέτρους ταξινομημένες σε πέντε βασικές ομάδες: Οργανοληπτικές - Φυσικοχημικές - Ανεπιθύμητες - Τοξικές - Μικροβιολογικές. Για κάθε παράμετρο καθορίζεται “Ενδεικτικό Επίπεδο” (Ε.Ε.) και  Ανώτατη Παραδεκτή Συγκέντρωση” (Α.Π.Σ.). Στο άρθρο 5 παράγραφος 2 αναφέρεται ότι οι τιμές των ποιοτικών παραμέτρων του πόσιμου νερού, πρέπει να είναι οπωσδήποτε κατώτερες ή ίσες με την Α.Π.Σ. και να προσεγγίζουν το Ε.Ε. Παρεκκλίσεις από τις τιμές αυτές επιτρέπονται σε εξαιρετικές περιπτώσεις (που καθορίζονται στα άρθρα 7 και 8 της Υγειονομικής Διάταξης), χωρίς όμως αυτές να συνεπάγονται κίνδυνο για τη Δημόσια Υγεία. Στο Παράρτημα ΙΙ καθορίζονται οι παράμετροι που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τους ελέγχους, καθώς και η συχνότητα των προτύπων αναλύσεων. Το άρθρο 11 της Διάταξης καθορίζει, ότι “Αρμόδια Αρχή” για την εφαρμογή της είναι οι Υγειονομικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, οι οποίες ελέγχουν τους “Υπευθύνους” για την τήρηση των όρων της Υγειονομικής Διάταξης. “Υπεύθυνοι” για τη μελέτη, κατασκευή, λειτουργία, καθαρισμό των συστημάτων ύδρευσης, παρακολούθηση της ποιότητας του πόσιμου νερού και γενικά για λήψη μέτρων, που θα διασφαλίζουν κανονική παροχή υγιεινού νερού σε μόνιμη βάση, ορίζονται: • Για τις υδρεύσεις Δήμων και Κοινοτήτων, ο αντίστοιχος Οργανισμός ή Επιχείρηση ή Σύνδεσμος. • Για τις βιομηχανίες, ιδρύματα κ.λ.π., που έχουν δική τους ύδρευση, οι νόμιμοι εκπρόσωποί τους. Τέλος στο Παράρτημα ΙΙΙ καθορίζονται οι αναλυτικές μέθοδοι αναφοράς για τον προσδιορισμό των 62 παραμέτρων, που αναγράφονται στην Υγειονομική Διάταξη. ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΧΗΜΙΚΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ Εάν τα αποτελέσματα των χημικών αναλύσεων σ’ ένα νερό υπερβαίνουν τις ανώτερες παραδεκτές συγκεντρώσεις που ορίζει η Υγειονομική Διάταξη, τότε ή το νερό κρίνεται ακατάλληλο ή λαμβάνονται μέτρα για τον καθαρισμό του (π.χ. χλωρίωση, καθίζηση, προστασία πηγής). Α. ΟΡΓΑΝΟΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ Χρώμα ( Color) Εάν υπάρχει, είναι ανεπιθύμητο για το πόσιμο νερό και υπάρχει περίπτωση να οφείλεται στην παρουσία χρωστικών ουσιών εν διαλύσει, είτε φυτικών από ρίζες φυτών, φύλλα δέντρων, είτε οργανικών η ανόργανων (άλατα, σίδηρος από διάβρωση των σωλήνων). Παρουσία χρώματος στο νερό δεν σημαίνει ότι είναι πάντοτε επικίνδυνο. Πρέπει να εξεταστεί χημικά για να αναζητηθεί η προέλευση του χρώματος. Δεν προτείνεται επιτρεπτό όριο για το χρώμα στο πόσιμο νερό. Θολερότητα (Turbidity) Οφείλεται σε κολλοειδείς ανόργανες ή οργανικές ύλες που αιωρούνται. Νερό που είναι θολό πρέπει να ελεγχθεί για ρύπανση. Επίσης τα αιωρούμενα στερεά καθιζάνουν και δημιουργούν προβλήματα στις σωληνώσεις και στις δεξαμενές. Κατανάλωση θολού νερού μπορεί να είναι επικίνδυνη για την υγεία. Η απολύμανση του πόσιμου νερού δεν είναι αποτελεσματική αν υπάρχει θολότητα, γιατί πολλοί παθογόνοι οργανισμοί εγκλωβίζονται στα σωματίδια που αιωρούνται και προστατεύονται από το απολυμαντικό. Επίσης τα σωματίδια μπορεί να απορροφήσουν επιβλαβείς οργανικές ή ανόργανες ουσίες. Το πόσιμο νερό πρέπει να είναι διαυγές όταν φτάσει στον καταναλωτή. Οσμή και Γεύση (Odor – Taste) Το πόσιμο νερό πρέπει να είναι άοσμο και άγευστο. Όλα τα νερά έχουν την ιδιαίτερη γεύση τους που οφείλεται στα διαλυμένα άλατα και διαλυμένα αέρια που περιέχουν. Γεύση και οσμή στο νερό συνήθως δεν θεωρείται σημαντική από την άποψη της υγείας. Όμως δεν είναι επιθυμητή στο πόσιμο νερό, γιατί συνήθως οφείλεται είτε σε χημικές ουσίες είτε σε μικροοργανισμούς. Νερό με έντονη οσμή πιθανόν να είναι ρυπασμένο, οπότε πρέπει να εξετασθεί για να βρεθεί η αιτία, κυρίως αν υπάρξει απότομη αλλαγή. Β. ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ Θερμοκρασία (Temperature) Η θερμοκρασία του νερού επηρεάζει τη γεύση του. Όσο αυξάνεται η θερμοκρασία το νερό είναι λιγότερο εύγευστο γιατί εκδιώκονται τα διαλυμένα σ’ αυτό αέρια. Η πλέον ευχάριστη γεύση είναι μεταξύ 5-15 0C ( κυρίως 9-100C). Όταν η θερμοκρασία του νερού υπερβαίνει τους 150C πολλαπλασιάζονται τα τυχόν υπάρχοντα σε αυτό μικρόβια. Επίσης ελαττώνεται η ικανότητα του να διαλύει αέρια, ενώ αυξάνει η διαλυτότητα σε στερεά, ή και επιταχύνονται οι βιολογικές δράσεις. Επίσης αυξάνει το ποσό του απαιτούμενου χλωρίου και ευνοεί την ανάπτυξη των αλγών με συνέπεια την εμφάνιση δυσάρεστων οσμών και γεύσεων. Αγωγιμότητα (Conductivity) Η αγωγιμότητα είναι η αριθμητική έκφραση της ικανότητας ενός υδατικού διαλύματος να άγει το ηλεκτρικό ρεύμα. Αυτή η ικανότητα εξαρτάται από την παρουσία ιόντων, την ολική τους συγκέντρωση, το σθένος και τις επιμέρους συγκεντρώσεις τους, καθώς και την θερμοκρασία μέτρησης. Η αγωγιμότητα στα νερά αυξάνει με την θερμοκρασία. Χλωριούχα (Chlorides – Cl-) Είναι ευρέως διαδεδομένα στη φύση σαν άλατα νατρίου, καλίου και ασβεστίου. Προέρχονται από τη διάβρωση των βράχων. Επειδή είναι πολύ ευκίνητα και ευδιάλυτα εισδύουν στο έδαφος ή μεταφέρονται σε κλειστές δεξαμενές και τους ωκεανούς. Μπορεί όμως να προκύψουν από τη χρήση λιπασμάτων, από λύματα και βιομηχανικά απόβλητα ή διείσδυση θαλασσινού νερού σε παράκτιες περιοχές. Δεν έχουν επιβλαβή επίδραση στον ανθρώπινο οργανισμό, αλλά σε υψηλές συγκεντρώσεις δίνουν στο πόσιμο νερό γλυφή γεύση. Η απότομη αύξηση των χλωριόντων στο νερό, αν δεν οφείλεται στην είσοδο θαλασσινού νερού, δείχνει πιθανή ρύπανση από λύματα και απαιτείται άμεση επιτόπια υγειονομική επιθεώρηση. Η ρύπανση πρέπει να επιβεβαιωθεί και με άλλες μετρήσεις (μικροβιολογικές, αμμωνία, νιτρώδη ). Επειδή δεν έχει παρατηρηθεί τοξικότητα των χλωριόντων στον άνθρωπο δεν έχει καθορισθεί ανώτατο επίπεδο στο πόσιμο νερό. Ασβέστιο (Calcium – Ca) Υπάρχει σε όλα τα φυσικά νερά και προέρχεται από τα πετρώματα ( ασβεστόλιθος, δολομίτης, γύψος) δια μέσου των οποίων διέρχεται το νερό. Η συγκέντρωση ασβεστίου κυμαίνεται από μηδέν μέχρι μερικές εκατοντάδες mg/l ανάλογα με την προέλευση του νερού και συμβάλλει στην ολική σκληρότητά του.. Δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία. Μαγνήσιο (Magnesium – Mg) Είναι σε αφθονία στη φύση ( όγδοο σε σειρά ) και είναι από τα συνηθισμένα συστατικά των φυσικών νερών. Τα άλατά του μαζί με του ασβεστίου αποτελούν την ολική σκληρότητα του νερού και όταν θερμανθούν σχηματίζουν επικαθήματα στις σωληνώσεις και τους λέβητες.Νερά με συγκεντρώσεις μαγνησίου μεγαλύτερες από 125 mg/l μπορεί να έχουν καθαρτικές και διουρητικές ιδιότητες. Σκληρότητα (Hardness) Η σκληρότητα εκφράζει το σύνολο των διαλυμένων αλάτων ασβεστίου και μαγνησίου και εξαρτάται από τα πετρώματα που έχει περάσει το νερό. Διακρίνεται σε ανθρακική ( ή παροδική) σκληρότητα που οφείλεται στα όξινα ανθρακικά ( διττανθρακικά) άλατα και στην μη ανθρακική (μόνιμη) σκληρότητα που οφείλεται στα υπόλοιπα άλατα ( χλωριούχα, θειικά, νιτρικά, ανθρακικά). Μεγάλες τιμές σκληρότητας δεν αποτελούν κίνδυνο για την υγεία αντιθέτως έχει βρεθεί σημαντική συσχέτιση μεταξύ αυξημένης σκληρότητας και μείωσης των καρδιαγγειακών παθήσεων. Επίσης η σκληρότητα είναι επιθυμητή στην ζυθοποιία και αρτοποιία γιατί βοηθάει την ενζυματική δράση. Το σκληρό νερό δεν έχει καλή γεύση εμποδίζει το καλό βράσιμο των τροφίμων, δεν κάνει αφρό με το σαπούνι και δημιουργεί επικαθήματα στις σωληνώσεις και στις οικιακές συσκευές. Επίσης σε ορισμένες βιομηχανίες (βυρσοδεψεία, βαφεία, χημικών και φαρμακευτικών προϊόντων) το σκληρό νερό είναι επιζήμιο στην κατεργασία και στο τελικό προϊόν. Νερό με σκληρότητα μέχρι και 500 mg/l CaCO3 μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πόσιμο, αλλά οι πιο καλές τιμές είναι μεταξύ 80 και 150. Νάτριο (Sodium – Na) Είναι βασικό στοιχείο για τον άνθρωπο. Τα άλατα νατρίου βρίσκονται σε όλες τις τροφές και το πόσιμο νερό. Λόγω της αφθονίας του στη φύση (έκτο κατά σειρά) περιέχεται σε όλα τα φυσικά νερά σε συγκεντρώσεις που κυμαίνονται από 1-500 mg/l. Στα πόσιμα νερά δεν υπερβαίνει τα 20 mg/l, εκτός των περιπτώσεων που έχει γίνει αποσκλήρυνση με τη μέθοδο της ιοντοανταλλαγής σε νερά με μεγάλη σκληρότητα.Σε συγκεντρώσεις μεγαλύτερες από 200 mg/l επηρεάζει τη γεύση του νερού. Το νάτριο (κυρίως η αναλογία του προς τα άλλα κατιόντα στο νερό) έχει μεγάλη σημασία για τη γεωργία και την ανθρώπινη παθολογία. Η διαπερατότητα του εδάφους επηρεάζεται αρνητικά από μεγάλη αναλογία νατρίου στο νερό. Άτομα που πάσχουν από χρόνιες καρδιακές παθήσεις χρειάζονται νερό με χαμηλή περιεκτικότητα σε νάτριο. Υπάρχουν επιδημιολογικές μελέτες που αναφέρουν επιπτώσεις στην υγεία από ψηλές συγκεντρώσεις νατρίου στο πόσιμο νερό, αλλά με τα υπάρχοντα δεδομένα δεν είναι δυνατόν να εξαχθούν σίγουρα συμπεράσματα για τη σχέση νατρίου στο νερό και δημιουργία υπέρτασης. Κάλιο ( Potassium – K ) Είναι το έβδομο στοιχείο σε αφθονία στη φύση. Επομένως βρίσκεται σε όλα τα φυσικά νερά.. Σπάνια όμως η περιεκτικότητα των πόσιμων νερών φθάνει τα 20 mg/l σε κάλιο. Δεν έχουν αναφερθεί αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία. Διαλυμένο οξυγόνο ( Dissolved Oxygen ) Η περιεκτικότητα του νερού σε διαλυμένο οξυγόνο πρέπει να είναι στο σημείο κορεσμού, δηλ. 100%, οπότε το νερό έχει ευχάριστη γεύση. Δεν έχουν αναφερθεί επιπτώσεις στην υγεία, που να συνδέονται άμεσα με την ελάττωση ή την έλλειψη διαλυμένου οξυγόνου στο πόσιμο νερό. Υπάρχουν όμως κάποιες έμμεσες επιπτώσεις: Διαβρώνονται οι σωληνώσεις με αποτέλεσμα να αυξάνεται η περιεκτικότητα του νερού σε μέταλλα ( π.χ. σίδηρο, ψευδάργυρο, μόλυβδο, κάδμιο ). Επίσης δημιουργούνται αναερόβιες συνθήκες που βοηθούν την αναγωγή των νιτρικών σε νιτρώδη, των θειικών σε θειούχα, με συνέπεια τη δημιουργία δυσάρεστων οσμών. Το διαλυμένο οξυγόνο ελαττώνεται όταν αυξάνεται η θερμοκρασία και η αλατότητα του νερού. Γ. ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΙΣ ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ ΟΥΣΙΕΣ Ενώσεις αζώτου (Αμμωνία –Νιτρώδη –Νιτρικά ) ( Nitrogen compounds : Ammonia – Nitrites – Nitrates ) Ο προσδιορισμός των διαφόρων ενώσεων του αζώτου στο πόσιμο νερό αποτελεί δείκτη για την υγειονομική ποιότητα του νερού. Πριν από την ανάπτυξη των βακτηριολογικών αναλύσεων η μέτρηση των ενώσεων του αζώτου στο νερό ήταν ο μόνος δείκτης για πιθανή μόλυνση. Σε πρόσφατα ρυπασμένα νερά το άζωτο βρίσκεται υπό την μορφή οργανικού αζώτου και αμμωνίας. Καθώς περνάει ο χρόνος το οργανικό άζωτο μετατρέπεται σταδιακά σε αμμωνία και αργότερα εάν υπάρχουν αερόβιες συνθήκες γίνεται οξείδωση της αμμωνίας σε νιτρώδη και νιτρικά. Με βάση τα παραπάνω, νερά που περιέχουν μεγάλη ποσότητα οργανικού αζώτου και αμμωνίας θεωρούνται ότι έχουν ρυπανθεί πρόσφατα και επομένως παρουσιάζουν μεγάλο κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Νερά οπού το άζωτο βρίσκεται υπό μορφή νιτρικών σημαίνει ότι έχουν ρυπανθεί πριν από αρκετό καιρό και επομένως δεν αποτελούν άμεση απειλή για την δημόσια υγεία. Αμμωνία ( NH3 ). Τα υπόγεια νερά περιέχουν συνήθως αμμωνία λιγότερο από 0.2 mg/l. Σε εδάφη δασών παρατηρούνται υψηλότερες συγκεντρώσεις. Η αμμωνία δεν επηρεάζει άμεσα την υγεία στις συγκεντρώσεις που ενδέχεται να υπάρχει στα πόσιμα νερά, αποτελεί όμως σημαντικό δείκτη ρύπανσης από κοπρανώδεις ουσίες. Σε συγκεντρώσεις μεγαλύτερες από 0.2 mg/l δημιουργεί προβλήματα οσμής και γεύσης στο νερό και ελαττώνει την αποτελεσματικότητα της απολύμανσης. Επίσης συμβάλλει στο σχηματισμό νιτρωδών στα συστήματα ύδρευσης. Νιτρώδη ( NO2 ) – Nιτρικά ( NO3 ). Αποτελούν τμήμα του κύκλου του αζώτου στη φύση, επομένως υπάρχουν στα φυσικά νερά, αλλά η συγκέντρωση νιτρικών είναι συνήθως χαμηλή. Υψηλές συγκεντρώσεις οφείλονται σε λιπάσματα, απορρίμματα και ζωικά ή ανθρώπινα απόβλητα. Υπάρχουν ακόμη και στον αέρα, λόγω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, με αποτέλεσμα να παρασύρονται από τη βροχή ή να αποτίθενται στο έδαφος. Σε αερόβιες συνθήκες τα νιτρικά διεισδύουν στον υδροφόρο ορίζοντα. Τα πόσιμα νερά που περιέχουν μεγάλες ποσότητες νιτρικών υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσουν στα παιδιά την ασθένεια μεθαιμογλοβιναιμία, λόγω της αναγωγής τους σε νιτρώδη.Τα νιτρώδη και νιτρικά, στο περιβάλλον του στομάχου, σχηματίζουν Ν- νιτροζοενώσεις, που είναι καρκινογόνες. Σίδηρος ( Iron – Fe ) Υπάρχει κυρίως σε υπόγεια νερά, που διέρχονται από πετρώματα πλούσια σε άλατα σιδήρου.Συνεχής κατανάλωση νερού με υψηλές συγκεντρώσεις σιδήρου, μπορεί να προκαλέσει στον άνθρωπο, και ιδιαίτερα στα παιδιά, βλάβες στους ιστούς (αιμοχρωμάτωση). Ο σίδηρος δίνει στο νερό γεύση που είναι ανιχνεύσιμη σε πολύ μικρές συγκεντρώσεις. Ο σίδηρος στο νερό προκαλεί προβλήματα στα πλυντήρια και υφαντήρια (δημιουργούνται λεκέδες στα υφάσματα) και στους αγωγούς διανομής νερού (ευνοείται η ανάπτυξη βακτηριδίων και δημιουργούνται αποθέσεις). Μαγγάνιο ( Manganese – Mn ) Δεν έχουν διαπιστωθεί βλαβερές συνέπειες στην υγεία από πόσιμο νερό που περιέχει μαγγάνιο. Θεωρείται από τα στοιχεία τα λιγότερο τοξικά για τον άνθρωπο. Η απορρόφησή του στον οργανισμό συνδέεται άμεσα με την απορρόφηση του σιδήρου. Υψηλές συγκεντρώσεις στο νερό προκαλούν δυσάρεστη γεύση. Το μαγγάνιο προκαλεί λεκέδες στα υφάσματα σε πλυντήρια και υφαντήρια. Διευκολύνει την ανάπτυξη μικροοργανισμών στα δίκτυα με αποτέλεσμα αύξηση της θολότητας, δημιουργία οσμών και αποθέσεων. Χαλκός ( Copper – Cu ) Είναι βασικό στοιχείο στον ανθρώπινο μεταβολισμό. Τα άλατα του χαλκού είναι τοξικά στα υδρόβια φυτά και χρησιμοποιούνται (κυρίως ο θειϊκός χαλκός) για να ανασταλεί η ανάπτυξη των φυκών. Λόγω της διάβρωσης των χάλκινων σωληνώσεων, σημαντικές ποσότητες χαλκού διαλύονται στο πόσιμο νερό. Αν το νερό μείνει στάσιμο 12 ώρες στις σωληνώσεις, η συγκέντρωση χαλκού μπορεί να υπερβεί τα 20 m/g. Γιαυτό το λόγο η Υγειονομική Διάταξη αναφέρει δύο ενδεικτικά επίπεδα: στην έξοδο των εγκαταστάσεων και μετά από ηρεμία 12 ωρών στις σωληνώσεις. Ο χαλκός προσδίδει χρώμα και στυπτική γεύση στο πόσιμο νερό. Δημιουργεί λεκέδες στα υφάσματα και στα είδη υγιεινής. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι προκαλεί βλάβες στην υγεία. Ψευδάργυρος ( Zinc – Zn ) Είναι σημαντικό στοιχείο για τον άνθρωπο και τα ζώα. Πηγές ψευδαργύρου στο νερό είναι η διάβρωση των γαλβανισμένων σωλήνων και τα απόβλητα μεταλλείων και επιμεταλλωτηρίων. Συγκεντρώσεις μεγαλύτερες από 5 m/g προσδίδουν χρώμα και στυπτική γεύση στο πόσιμο νερό. Δεν έχουν παρατηρηθεί αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία. Φώσφορος ( Phosphorus – P ) Όλες οι ενώσεις του φωσφόρου συναντώνται στα νερά είτε διαλυμένες, είτε σαν σωματίδια είτε στο σώμα των υδρόβιων οργανισμών. Ο φώσφορος, όπως και το άζωτο, είναι βασικό στοιχείο για την ανάπτυξη των αλγών και η περιεκτικότητά του στα νερά αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στον ευτροφισμό των επιφανειακών νερών. Η μεγαλύτερη ποσότητα ανόργανου φωσφόρου οφείλεται στα ανθρώπινα λύματα και προέρχεται από τη διάσπαση των πρωτεϊνών κατά τον μεταβολισμό. Επίσης υπάρχει σε πολλά απορρυπαντικά και στα φωσφορικά λιπάσματα. Μικρά ποσά φωσφορικών εισέρχονται στα δίκτυα από την επεξεργασία του νερού, όπου χρησιμοποιούνται για να εμποδιστεί η διάβρωση στις σωληνώσεις και τα επικαθήματα στους λέβητες. Δεν έχουν αναφερθεί επιπτώσεις στην υγεία. Φθόριο ( Fluoride – F ) Το φθόριο συναντάται στα νερά σαν φθοριούχα άλατα, που προέρχονται από ηφαιστειογενή πετρώματα. Συνήθως βρίσκεται στα υπόγεια νερά παρά στα επιφανειακά. Δεν βρίσκεται σε στοιχειακή μορφή στη φύση, επειδή είναι πολύ δραστικό. Είναι βασικό στοιχείο για τον άνθρωπο. Από έρευνες και επιδημιολογικές μελέτες διαπιστώθηκε, ότι το φθόριο σε μικρά ποσά στο νερό ( μέχρι 1 mg/l ) είναι ωφέλιμο, γιατί εμποδίζει τη δημιουργία τερηδόνας στα δόντια, ενώ σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις προκαλεί τη φθορίαση (μαύρες κηλίδες στην αδαμαντίνη των δοντιών) ή και βλάβες στα οστά. Χρησιμοποιείται στην παραγωγή αλουμινίου, σε βιομηχανίες χάλυβα και γυαλιού, στα λιπάσματα και στα κεραμικά. Σε νερά που δεν περιέχουν φθόριο γίνεται φθορίωση με προσθήκη φθοριούχων και φθοριοπυριτικών ενώσεων. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να ελέγχεται συχνά η περιεκτικότητα του νερού σε φθόριο, ώστε να μην υπερβεί το επιτρεπτό όριο. Χλώριο υπολειμματικό ( Residual Chlorine ) Σε νερά που χλωριώνονται πρέπει να μετρηθεί υπολειμματικό χλώριο. Η τιμή του μας δείχνει αν η χλωρίωση που γίνεται είναι επαρκής. Κατά την χλωρίωση προστίθεται στο νερό ποσότητα χλωρίου αρκετή ώστε να καταστραφούν τα παθογόνα μικρόβια και να παραμείνει ελεύθερο χλώριο για να μη μολυνθεί το νερό μέσα στις σωληνώσεις. Το χλώριο δίνει στο νερό ελαφρά οσμή και αλλοιώνει τη γεύση του. Οι μικρές ποσότητες χλωρίου που υπάρχουν στα πόσιμα νερά εξαφανίζονται με το γαστρικό υγρό και επομένως είναι ακίνδυνες για τον άνθρωπο. Μεγάλες ποσότητες χλωρίου προκαλούν ερεθισμό του στόματος και του λάρυγγα. H χλωρίωση του νερού πρέπει να γίνεται σωστά και να παρακολουθείται συστηματικά, ώστε να φθάνουν στους καταναλωτές μικρά μόνο ποσά χλωρίου. Δ. ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟΞΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ Αρσενικό ( Arsenic – As ) Τα περισσότερα φυσικά νερά περιέχουν αρσενικό σε συγκεντρώσεις πάνω από 5 μg/l. Φθάνει στους αποδέκτες από τα μεταλλεία, αφού υπάρχει σχεδόν σε όλα τα θειούχα ορυκτά, από τα εντομοκτόνα και την καύση ορυκτών καυσίμων. Οι φυσικές πηγές αρσενικού στο περιβάλλον είναι οι ηφαιστειογενείς δράσεις και η αποσύνθεση της φυτικής οργανικής ύλης. Είναι τοξικό και πιθανόν καρκινογόνο. Η τοξικότητα του αρσενικού εξαρτάται από τη χημική και φυσική του μορφή, τη δόση, το χρόνο έκθεσης και τον τρόπο που εισάγεται στον ανθρώπινο οργανισμό. Προκαλεί βλάβες στο γαστρικό, νευρικό και αναπνευστικό σύστημα και διάφορες αλλοιώσεις στο δέρμα. Δόσεις μεταξύ 70 και 180 mg As είναι θανατηφόρες. Κάδμιο ( Cadmium – Cd ) Είναι ένα από τα τοξικότερα μέταλλα. Συναντάται στη φύση σε θειούχα ορυκτά με το μόλυβδο και τον ψευδάργυρο. Στα φυσικά νερά βρίσκεται κυρίως στα ιζήματα των βυθών και σε αιωρούμενα σωματίδια. Σε μη ρυπασμένα νερά η συγκέντρωση του καδμίου είναι κάτω από 1 μg/l. Πηγές του καδμίου στο νερό είναι τα βιομηχανικά απόβλητα και η διάβρωση των γαλβανισμένων σωλήνων. Σε συστήματα ύδρευσης, που τροφοδοτούνται με νερό μαλακό χαμηλού pH, μπορεί να βρεθούν ψηλές συγκεντρώσεις καδμίου, επειδή αυτά τα νερά είναι πιο διαβρωτικά και η διαλυτότητά του καδμίου στο νερό εξαρτάται από το pH και τη σκληρότητα. Το κάδμιο προσβάλλει το συκώτι, τα νεφρά, το σπλήνα και το θυρεοειδή αδένα, εναποτίθεται στα οστά, όπου αντικαθιστά το ασβέστιο προκαλώντας τη νόσο ITAI-ITAI. Έχει βρεθεί ότι προκαλεί καρκίνο σε πειραματόζωα και ορισμένες επιδημιολογικές μελέτες το συνδέουν με καρκίνο στον άνθρωπο. Χρώμιο ( Chromium – Cr) Υπάρχει στο φλοιό της γης και εμφανίζεται σαν τρισθενές και εξασθενές χρώμιο. Στα νερά βρίσκονται κυρίως άλατα του εξασθενούς χρωμίου, επειδή είναι ευδιάλυτα, ενώ σπάνια υπάρχει σαν τρισθενές, γιατί οι ενώσεις του είναι αδιάλυτες και καθιζάνουν. Στην ατμόσφαιρα βρίσκεται στα αεροζόλ και παρασύρεται από τη βροχή ή εναποτίθεται στο έδαφος ρυπαίνοντας τα επιφανειακά νερά. Η μέση συγκέντρωση στο νερό της βροχής είναι 0,2 – 1 μg/l, στο θαλασσινό 0,05 μg/l και στα φυσικά νερά 0,5 – 2 μg/l, ενώ στα υπόγεια είναι πολύ χαμηλή. Μεγαλύτερες συγκεντρώσεις οφείλονται σε ρύπανση από βιομηχανικά απόβλητα. Χρησιμοποιείται στις βιομηχανίες χρωμάτων και δέρματος, στα  πιμεταλλωτήρια, στην παρασκευή κραμάτων και καταλυτών. Συχνά προστίθενται σε νερά ψύξης χρωμικές ενώσεις για έλεγχο της διάβρωσης. Οι επιδράσεις του χρωμίου στην υγεία εξαρτώνται από τη μορφή του. Το εξασθενές χρώμιο είναι πολύ τοξικό. Προκαλεί βλάβες στο δέρμα και το συκώτι και θεωρείται καρκινογόνο. Το τρισθενές χρώμιο δεν έχει βρεθεί ότι προκαλεί βλάβες στην υγεία. Μόλυβδος ( Lead – Pb ) Είναι πολύ τοξικό μέταλλο. Τα φυσικά νερά συνήθως περιέχουν μέχρι 5 μg/l μόλυβδο. Μεγαλύτερες συγκεντρώσεις οφείλονται σε απόβλητα ορυχείων, βιομηχανιών, στη διάβρωση μολύβδινων υδραυλικών εγκαταστάσεων. Μεγάλες ποσότητες μολύβδου υπάρχουν στην ατμόσφαιρα από τον τετρααιθυλιούχο μόλυβδο που προστίθεται στη βενζίνη σαν αντικροτικό. Στις περισσότερες χώρες έχει εγκαταλειφθεί και χρησιμοποιείται αμόλυβδη βενζίνη. Επίσης χρησιμοποιείται για την παραγωγή μπαταριών, κραμάτων, χρωστικών, αντισκωριακών. Οι επιπτώσεις του μολύβδου στην υγεία μελετήθηκαν πριν πολλά χρόνια, γιατί υπήρξαν δηλητηριάσεις από μόλυβδο στο πόσιμο νερό, που προήλθε από διάβρωση των μολύβδινων υδραυλικών εγκαταστάσεων. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να εγκαταλειφθούν οι μολύβδινοι σωλήνες για το νερό και να απαγορευθεί η χρήση χρωμάτων με βάση το μόλυβδο για εσωτερική διακόσμηση. Είναι δηλητήριο με συσσωρευτική δράση. Προκαλεί βλάβες στο συκώτι, τον εγκέφαλο και το νευρικό σύστημα. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Τα περισσότερα προβλήματα στην ποιότητα του πόσιμου νερού, κυρίως στις μικρές κοινότητες, απορρέουν από μολύνσεις κοπρανώδους προέλευσης. Αρκετές φορές όμως, παρουσιάζονται σοβαρά προβλήματα από χημική ρύπανση, που οφείλεται σε φυσικές ή ανθρώπινες πηγές. Για τη διερεύνηση αυτών των περιπτώσεων πρέπει να γίνουν χημικές αναλύσεις. Ωστόσο θα ήταν πολύ δαπανηρό και χρονοβόρο να προσδιορισθούν πολλές παράμετροι και σε συνεχή βάση, ιδίως σε υδρεύσεις μικρών πληθυσμών. Γι’ αυτό το λόγο οι παράμετροι που συνιστώνται για την παρακολούθηση της ποιότητας του πόσιμου νερού, είναι εκείνες που θα καθορίσουν την υγιεινή και ασφάλεια του συστήματος ύδρευσης. Η Υγειονομική Διάταξη αναφέρει τις παρακάτω παραμέτρους, που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τους ελέγχους: ♦ Ο Ελάχιστος έλεγχος, Ε1 περιλαμβάνει: Οσμή, Γεύση, Αγωγιμότητα, Υπολειμματικό χλώριο, Μικροβιολογικά ♦ Ο Έλεγχος ρουτίνας, Ε2 περιλαμβάνει: Οσμή, Γεύση, Θολερότητα ,Αγωγιμότητα, pΗ, Υπολειμματικό χλώριο, Νιτρικά, Νιτρώδη, Αμμωνία , Μικροβιολογικά ♦ Ο Περιοδικός έλεγχος, Ε3 περιλαμβάνει: τον Ε2 και άλλες παραμέτρους. ♦ Ο Έκτακτος έλεγχος, Ε4 γίνεται σε ειδικές περιπτώσεις ή ατυχήματα. Η αρμόδια αρχή καθορίζει τις παραμέτρους ανάλογα με τις συνθήκες. Πριν από την έναρξη εκμεταλλεύσεως μιας πηγής τροφοδοσίας, είναι σκόπιμο να γίνει μία γενική ανάλυση ( πρώτη εξέταση ). Οι παράμετροι, που πρέπει να μετρηθούν θα είναι αυτές του ελέγχου ρουτίνας, στις οποίες θα μπορούσαν να προστεθούν διάφορες τοξικές ή ανεπιθύμητες ουσίες, ανάλογα με τη θέση της πηγής, το είδος του εδάφους και τη ρύπανση από βιομηχανικά απόβλητα.[:en]INTRODUCTION Water intended for human consumption must not contain chemicals and microorganisms in quantities that may affect health. It must be safe and harmless to health, not cloudy and free from color and unpleasant odor and taste. It must be safe and harmless to health, not cloudy and free from color and unpleasant odor and taste. The location, construction, operation and supervision of a water intake source (wells, reservoirs, water treatment and distribution) must be such as to exclude any pollution of the water itself. Most countries in the world have established drinking water quality standards that apply to their territory and use similar methods of analysis and expression of results to make comparison between them easy. Also, outbreaks of water-borne diseases can be avoided if strict checks are made by those responsible for the water intake systems and the relevant health authorities, regarding the quality of drinking water. According to the Sanitary Regulation, "drinking water" means water used for human consumption, whether with previous treatment or not, regardless of its origin. LEGISLATION The Sanitary Regulation for drinking water, which is valid today (Α5/288/23-1-86 FEK 53/Issue B΄/20-2-86) is harmonized with the 80/778/Directive of the Council of the EEC. It includes 62 parameters classified into five main groups: Organoleptic - Physicochemical - Undesirable - Toxic - Microbiological. For each parameter, an "Indicative Level" (E.E.) and "Maximum Acceptable Concentration" (A.P.S.) are determined. In article 5 paragraph 2 it is stated that the values of the quality parameters of the drinking water must definitely be lower than or equal to the A.P.S. and approach the E.U. Deviations from these values are allowed in exceptional cases (defined in articles 7 and 8 of the Health Ordinance), but without these entailing a risk to Public Health. Annex II specifies the parameters to be taken into account for the controls, as well as the frequency of standard analyses. Article 11 of the Ordinance specifies that the "Competent Authority" for its implementation is the Health Services of the Ministry of Health, Welfare and Social Insurance, which control the "Responsible" for compliance with the terms of the Health Ordinance. "Responsible" for the study, construction, operation, cleaning of water supply systems, monitoring the quality of drinking water and generally for taking measures, which will ensure a normal supply of healthy water on a permanent basis, are defined: ˕ For the water supply of Municipalities and Communities, the respective Organization or Business or Association. For industries, institutions, etc., that have their own water supply, their legal representatives. Finally, Annex III defines the analytical reference methods for the determination of the 62 parameters, which are listed in the Health Regulations. HEALTH SIGNIFICANCE OF CHEMICAL PARAMETERS If the results of the chemical analyzes in a water exceed the upper acceptable concentrations defined by the Sanitary Regulations, then either the water is deemed unsuitable or measures are taken to clean it (e.g. chlorination, sedimentation, source protection). A. ORGANIZATIONAL PARAMETERS Color If present, it is undesirable for drinking water and there is a possibility that it is due to the presence of pigments in solution, either vegetable from plant roots, tree leaves, or organic or inorganic (salts, iron from corrosion of pipes). The presence of color in water does not mean that it is always dangerous. It must be chemically examined to look for the origin of the color. No permissible limit is proposed for color in drinking water. Turbidity It is due to suspended colloidal inorganic or organic matter. Water that is cloudy should be checked for pollution. Suspended solids also settle and create problems in piping and tanks. Drinking cloudy water can be dangerous to health. Disinfection of drinking water is not effective if there is turbidity, because many pathogenic organisms are trapped in suspended particles and protected by the disinfectant. Also the particles can absorb harmful organic or inorganic substances. The drinking water must be clear when it reaches the consumer. Odor – Taste Drinking water must be odorless and tasteless. All waters have their particular taste due to the dissolved salts and dissolved gases they contain. Taste and odor in water is usually not considered important from a health point of view. But it is not desirable in drinking water, because it is usually due to either chemical substances or microorganisms. Water with a strong odor may be contaminated, so it should be investigated to find the cause, especially if there is a sudden change. B. PHYSICOCHEMICAL PARAMETERS Temperature The temperature of the water affects its taste. As the temperature increases, the water is less palatable because the gases dissolved in it are expelled. The most pleasant taste is between 5-15 0C (mainly 9-100C). When the temperature of the water exceeds 150C, any existing microbes multiply. Also, its ability to dissolve gases is reduced, while solubility in solids increases, or biological actions are accelerated. It also increases the amount of chlorine required and favors the growth of algae as a result appearance of unpleasant odors and tastes. Conductivity Conductivity is the numerical expression of the ability of an aqueous solution to conduct electricity. This ability depends on the presence of ions, their total concentration, their valence and individual concentrations, as well as the measurement temperature. Conductivity in water increases with temperature. Chlorides (Cl) They are widespread in nature as sodium, potassium and calcium salts. They come from the erosion of rocks. Because they are very mobile and soluble they enter the soil or are transported in closed tanks and the oceans. But they can arise from the use of fertilizers, from sewage and industrial waste or intrusion of sea water in coastal areas. They do not have a harmful effect on the human body, but in high concentrations they give drinking water a sweet taste. A sudden increase in chlorides in the water, if not due to seawater ingress, indicates possible sewage pollution and requires an immediate on-site health inspection. Pollution must also be confirmed by other measurements (microbiological, ammonia, nitrite). Because no toxicity of chlorides has been observed in humans, no maximum level has been established for drinking water. Calcium (Ca) It exists in all natural waters and comes from the rocks (limestone, dolomite, gypsum) through which the water passes. The concentration of calcium ranges from zero to a few hundred mg/l depending on the origin of the water and contributes to its total hardness.. It has no negative effects on health. Magnesium (Mg) It is abundant in nature (eighth in a row) and is one of the usual components of natural waters. Its salts together with calcium make up the total hardness of the water and when heated form deposits in pipes and boilers. Water with magnesium concentrations greater than 125 mg/l can have laxative and diuretic properties. Hardness Hardness expresses the total of dissolved calcium and magnesium salts and depends on the rocks that the water has passed through. It is distinguished between carbonate (or temporary) hardness due to acid carbonate (bicarbonate) salts and non-carbonate (permanent) hardness due to the remaining salts (chlorides, sulfates, nitrates, carbonates). High hardness values do not pose a health risk, on the contrary, a significant correlation has been found between increased hardness and a reduction in cardiovascular diseases. Hardness is also desirable in brewing and baking because it helps enzyme action. Hard water doesn't taste good, prevents food from boiling well, doesn't lather with soap, and creates deposits in pipes and household appliances. Also in some industries (tanneries, dyers, chemical and pharmaceutical products) hard water is detrimental to processing and the final product. Water with a hardness of up to 500 mg/l CaCO3 can be used for drinking, but the best values are between 80 and 150. Sodium (Na) It is a basic element for humans. Sodium salts are found in all foods and drinking water. Due to its abundance in nature (sixth in order) it is contained in all natural waters in concentrations ranging from 1-500 mg/l. In drinking water, it does not exceed 20 mg/l, except in cases where it has been softened by the ion exchange method in waters with high hardness. At concentrations greater than 200 mg/l, it affects the taste of the water. Sodium (mainly its ratio to other cations in water) is of great importance to agriculture and human pathology. The permeability of the soil is negatively affected by a high proportion of sodium in the water. People with chronic heart disease need water with a low sodium content. There are epidemiological studies that report health effects from high concentrations of sodium in drinking water, but with the existing data it is not possible to draw definite conclusions about the relationship between sodium in water and the creation of hypertension. Potassium (K) It is the seventh most abundant element in nature. It is therefore found in all natural waters.. However, rarely does the content of drinking water reach 20 mg/l in potassium. No adverse health effects have been reported. Dissolved Oxygen The dissolved oxygen content of the water must be at the saturation point, i.e. 100%, so the water has a pleasant taste. No health effects have been reported directly related to the reduction or lack of dissolved oxygen in drinking water. However, there are some indirect effects: Pipelines corrode, resulting in an increase in the water's metal content (eg iron, zinc, lead, cadmium). Anaerobic conditions are also created that help the reduction of nitrates to nitrites, sulfates to sulfides, resulting in the creation of unpleasant odors. Dissolved oxygen decreases when water temperature and salinity increase. C. PARAMETERS CONCERNING UNDESIRABLE SUBSTANCES Nitrogen compounds (Ammonia – Nitrite – Nitrate) The determination of the various nitrogen compounds in drinking water is an indicator of the sanitary quality of the water. Before the development of bacteriological assays the measurement of nitrogen compounds in water was the only indicator of possible contamination. In recently polluted waters, nitrogen is found in the form of organic nitrogen and ammonia. As time passes, organic nitrogen is gradually converted into ammonia and later, if aerobic conditions exist, ammonia is oxidized to nitrites and nitrates. Based on the above, waters containing a large amount of organic nitrogen and ammonia are considered to be recently polluted and therefore present a great risk to public health. Waters where the nitrogen is in the form of nitrates means that they have been polluted for some time and therefore do not pose an immediate threat to public health. Ammonia ( NH3 ). Groundwater usually contains less than 0.2 mg/l of ammonia. Higher concentrations are observed in forest soils. Ammonia does not directly affect health in the concentrations that may be present in drinking water, but it is an important indicator of faecal pollution. At concentrations greater than 0.2 mg/l, it creates odor and taste problems in water and reduces the effectiveness of disinfection. It also contributes to the formation of nitrites in water systems. Nitrites ( NO2 ) – Nitrates ( NO3 ). They are part of the nitrogen cycle in nature, so they are present in natural waters, but the nitrate concentration is usually low. High concentrations are due to fertilizers, litter and animal or human waste. They are even in the air, due to air pollution, so they are washed away by rain or deposited on the ground. In aerobic conditions, nitrates penetrate the water table. Drinking water containing large amounts of nitrates risks causing methemoglobinemia in children, due to their reduction to nitrites. Nitrites and nitrates, in the environment of the stomach, form N-nitroso compounds, which are carcinogenic. Iron (Fe) It exists mainly in underground water, which passes through rocks rich in iron salts. Continuous consumption of water with high concentrations of iron can cause tissue damage (hemochromatosis) in humans, and especially in children. Iron gives water a taste that is detectable in very small concentrations. Iron in water causes problems in laundries and looms (stains on fabrics) and in water distribution pipes (facilitates bacterial growth and deposits). Manganese (Mn) No adverse health effects have been identified from drinking water containing manganese. It is considered one of the least toxic elements for humans. Its absorption in the body is directly linked to the absorption of iron. High concentrations in water cause an unpleasant taste. Manganese causes fabric stains in washing machines and looms. Facilitates the growth of micro-organisms in the networks resulting in increased turbidity, creation of odors and deposits. Copper (Cu) It is a key element in human metabolism. Copper salts are toxic to aquatic plants and are used (mainly copper sulfate) to inhibit algae growth. Due to the corrosion of copper piping, significant amounts of copper are dissolved in drinking water. If the water remains stagnant for 12 hours in the pipes, the copper concentration can exceed 20 m/g. For this reason, the Sanitary Regulation mentions two indicative levels: at the exit of the facilities and after a 12-hour rest in the pipelines. Copper imparts color and an astringent taste to drinking water. Creates stains on fabrics and hygiene items. There is no evidence that it causes damage to health. Zinc (Zn) It is an important element for humans and animals. Sources of zinc in water are corrosion of galvanized pipes and waste from mines and smelters. Concentrations greater than 5 m/g impart color and an astringent taste to drinking water. No adverse health effects have been observed. Phosphorus ( P ) All phosphorus compounds are found in water either dissolved, or as particles or in the body of aquatic organisms. Phosphorus, like nitrogen, is a key element for the growth of algae and its content in water is a determining factor in the eutrophication of surface waters. The largest amount of inorganic phosphorus is due to human sewage and comes from the breakdown of proteins during metabolism. It is also present in many detergents and phosphate fertilizers. Small amounts of phosphates enter the networks from water treatment, where they are used to prevent corrosion in piping and scale in boilers. No health effects have been reported. Fluoride (F) Fluoride is found in water as fluoride salts, which come from volcanic rocks. It is usually found in groundwater rather than surface water. It is not found in elemental form in nature because it is very reactive. It is a basic element for humans. From research and epidemiological studies, it was found that fluoride in small amounts in water (up to 1 mg/l) is beneficial, because it prevents the formation of tooth decay, while in larger concentrations it causes fluoridation (black spots on the enamel of the teeth) or bone damage. It is used in aluminum production, steel and glass industries, fertilizers and ceramics. In waters that do not contain fluoride, fluoridation takes place by adding fluoride and fluorosilicate compounds. In these cases, the fluoride content of the water must be checked frequently, so that it does not exceed the permissible limit. Residual Chlorine In waters that are chlorinated, residual chlorine must be measured. Its value shows us whether the chlorination performed is sufficient. During chlorination, an amount of chlorine is added to the water sufficient to destroy the pathogenic microbes and to leave free chlorine so that the water inside the pipes is not contaminated. Chlorine gives the water a slight odor and changes its taste. The small amounts of chlorine present in drinking water disappear with the gastric fluid and are therefore harmless to humans. Large amounts of chlorine cause irritation of the mouth and larynx. Water chlorination must be done correctly and systematically monitored, so that only small amounts of chlorine reach consumers. D. PARAMETERS RELATING TO TOXIC SUBSTANCES Arsenic ( As ) Most natural waters contain arsenic in concentrations above 5 µg/l. It reaches receivers from mining, since it is present in almost all sulphide minerals, from insecticides and the burning of fossil fuels. Natural sources of arsenic in the environment are volcanic activity and the decomposition of plant organic matter. It is toxic and possibly carcinogenic. The toxicity of arsenic depends on its chemical and physical form, the dose, the time of exposure and the way it is introduced into the human body. It causes damage to the gastric, nervous and respiratory systems and various changes to the skin. Doses between 70 and 180 mg of As are lethal. Cadmium ( Cd ) It is one of the most toxic metals. It occurs in nature in sulphide minerals with lead and zinc. In natural waters it is mainly found in bottom sediments and suspended particles. In unpolluted waters the concentration of cadmium is below 1 µg/l. Sources of cadmium in water are industrial waste and corrosion of galvanized pipes. High concentrations of cadmium can be found in water systems fed with low pH soft water because these waters are more corrosive and the solubility of cadmium in water depends on pH and hardness. Cadmium attacks the liver, kidneys, spleen and thyroid gland, is deposited in the bones, where it replaces calcium causing ITAI-ITAI disease. It has been found to cause cancer in laboratory animals and some epidemiological studies have linked it to cancer in humans. Chromium ( Cr) It exists in the earth's crust and occurs as trivalent and hexavalent chromium. In waters, salts of hexavalent chromium are mainly found, because they are easily soluble, while it rarely exists as trivalent, because its compounds are insoluble and precipitate. In the atmosphere it is found in aerosols and is washed away by rain or deposited on the ground polluting surface water. The average concentration in rainwater is 0.2 – 1 µg/l, in seawater 0.05 µg/l and in natural waters 0.5 – 2 µg/l, while in undergrounds it is very low. Higher concentrations are due to pollution from industrial waste. It is used in the paint and leather industries, in metallurgical plants, in the manufacture of alloys and catalysts. Chromic compounds are often added to cooling waters to control corrosion. The health effects of chromium depend on its form. Hexavalent chromium is very toxic. It causes damage to the skin and liver and is considered carcinogenic. Trivalent chromium has not been found to cause health damage. Lead ( Pb ) It is a very toxic metal. Natural waters usually contain up to 5 µg/l of lead. Higher concentrations are due to waste from mines, industries, corrosion of lead plumbing. Large amounts of lead are present in the atmosphere from tetraethyl lead added to gasoline as an antiknock. In most countries it has been abandoned and unleaded petrol is used. It is also used for the production of batteries, alloys, pigments, anti-rust agents. The effects of lead on health were studied many years ago, because there were lead poisonings in drinking water, which came from corrosion of lead plumbing. This resulted in the abandonment of lead water pipes and a ban on the use of lead-based paints for interior decoration. It is a poison with cumulative action. It causes damage to the liver, brain and nervous system. CONCLUSIONS Most drinking water quality problems, especially in small communities, result from faecal contamination. Several times, however, serious problems arise from chemical pollution, due to natural or human sources. To investigate these cases, chemical analyzes must be done. However, it would be very expensive and time-consuming to determine many parameters on a continuous basis, especially in water bodies with small populations. For this reason, the parameters recommended for monitoring the quality of drinking water are those that will determine the hygiene and safety of the water supply system. The Sanitary Regulation mentions the following parameters, which must be taken into account for the controls: ♦ Minimum control, E1 includes: Odor, Taste, Conductivity, Residual chlorine, Microbiological ♦ Routine Control, E2 includes: Odor, Taste, Turbidity, Conductivity, pH, Residual Chlorine, Nitrates, Nitrites, Ammonia, Microbiological ♦ Periodic control, E3 includes: E2 and other parameters. ♦ Emergency control, E4 is done in special cases or accidents. The competent authority determines the parameters depending on the circumstances. Before starting to exploit a power source, it is advisable to make a general analysis ( first examination ). The parameters to be measured will be those of routine control, to which various toxic or undesirable substances could be added, depending on the location of the source, the type of soil and the pollution from industrial wastes.[:]

Water hardness.

[:el]Η σκληρότητα εκφράζει την συγκέντρωση των διαλυμένων αλάτων ασβεστίου και μαγνησίου και εξαρτάται από τα πετρώματα που έχει περάσει το νερό. Ο όρος σκληρότητα χρησιμοποιείται για τον χαρακτηρισμό των νερών που δεν αφρίζουν καλά όταν χρησιμοποιούνται για πλύσιμο με σαπούνι και αφήνουν λευκά αποθέματα πουριού στην εσωτερική επιφάνεια οικιακών συσκευών. Μεγάλες τιμές σκληρότητας δεν αποτελούν κίνδυνο για την υγεία αντιθέτως έχει βρεθεί συσχέτιση μεταξύ αυξημένης σκληρότητας και μείωση των καρδιοαγγειακών παθήσεων. Δεν υπάρχουν προδιαγραφές για την τιμή της σκληρότητας του πόσιμο νερού στην υγειονομική διάταξη. Η σκληρότητα του νερού μετριέται σε mg CaCO3/l , σε Γερμανικούς βαθμούς, και σε Γαλλικούς βαθμούς Για την μετατροπή από τη μία μονάδα μέτρησης σε άλλη ισχύουν οι παρακάτω σχέσεις : 1 Γαλλικός βαθμός = 0,56 Γερμανικοί 1 Γερμανικός βαθμός = 1,79 Γαλλικοί 1 Γαλλικός βαθμός = 10 mg CaO/l 1 Γερμανικός βαθμός = 17,9 mg CaCO3/l Το μS μετρά την ηλεκτρική αγωγιμότητα (S=1/Ω) Είναι δυνατόν μετρώντας την αγωγιμότητα του νερού να γνωρίζουμε κατά προσέγγιση την σκληρότητα του νερού. Η κύρια αιτία της σκληρότητας του νερού οφείλεται στην ύπαρξη των διαλυμένων σε αυτό ιόντων ασβεστίου και μαγνησίου. Οι Γαλλικοί βαθμοί (ºf) ορίζονται ως εξής: 1ºf = 10 ppm CaCO3 και 1ppm = 0,1ºf = 0,0556 ºd = 0,07 ºe ºd : Γερμανικοί Βαθμοί ºe : Αγγλικοί Βαθμοί Διαιρώντας τα μετρηθέντα ppm των αλάτων του νερού δια του 10, έχουμε το μέγεθος της σκληρότητάς του με ένα σφάλμα 2-3 ºf. ppm μS/cm ºf 0-70 0-140 0-7 πολύ μαλακό νερό 70-150 140-300 7-15 μαλακό νερό 150-250 300-500 15-25 κάπως σκληρό νερό 250-320 500-640 25-32 αρκετά σκληρό νερό 320-420 640-840 32-42 σκληρό νερό >420 >840 >42 πολύ σκληρό νερό[:en]Hardness expresses the concentration of dissolved calcium and magnesium salts and depends on the rocks the water has passed through. The term hardness is used to describe waters that do not lather well when used for washing with soap and leave a white residue on the interior surface of household appliances. High hardness values do not pose a health risk, on the contrary, a correlation has been found between increased hardness and a reduction in cardiovascular diseases. There are no specifications for the hardness value of drinking water in the sanitary provision. Water hardness is measured in mg CaCO3/l, in German degrees, and in French degrees To convert from one measurement unit to another, the following relationships apply: 1 French degree = 0.56 German 1 German grade = 1.79 French 1 French degree = 10 mg CaO/l 1 German grade = 17.9 mg CaCO3/l µS measures electrical conductivity (S=1/Ω) It is possible by measuring the conductivity of the water to know approximately the hardness of the water. The main cause of water hardness is due to the presence of calcium and magnesium ions dissolved in it. French degrees (ºf) are defined as follows: 1ºf = 10 ppm CaCO3 and 1ppm = 0.1ºf = 0.0556ºd = 0.07ºe ºd : German Degrees ºe : English Grades By dividing the measured ppm of water salts by 10, we have the magnitude of its hardness with an error of 2-3 ºf. ppm μS/cm ºf 0-70 0-140 0-7 very soft water 70-150 140-300 7-15 soft water 150-250 300-500 15-25 somewhat hard water 250-320 500-640 25-32 quite hard water 320-420 640-840 32-42 hard water >420 >840 >42 very hard water[:]
φιλτρο που καθαριζει το νερο

UV disinfection.

[:el]Όσον αφορά στην τεχνολογία UV , συγκεντρώνει τη δύναμη της υπεριώδους ακτινοβολίας για το τελικό στάδιο απολύμανσης του νερού, προβάλλοντας τη λάμπα UV . Ο σχεδιασμός κάθε κάδου νερού και οι προδιαγραφές της λάμπας UV είναι συνδυασμένα αρμονικά και έχουν ελεγχθεί έτσι ώστε να παρέχουν στο μέγιστο βαθμό, υψηλά ποσοστά υγιεινού νερού. Η υπεριώδης ακτινοβολία αποτρέπει την ανάπτυξη των βακτηριδίων με την καταστροφή του πυρήνα DNA συνεπώς τα καθιστά αδύνατα (ανοσοποιεί) να αναπαραχθούν. Η λάμπα υπεριώδους ακτινοβολίας λειτουργεί σε συχνότητα 253,7 nm, η οποία είναι η πιο αποτελεσματική ακτινοβολία κατά των βακτηριδίων. Όλα τα βακτήρια και οι ιοί καταστρέφονται με την υπεριώδη ακτινοβολία πολύ πιο εύκολα από κάποια άλλα. Η τεχνολογία υπεριώδους ακτινοβολίας της  συσκευής UV είναι πιο αποτελεσματική ενάντια όλων των βακτηριδίων, συμπεριλαμβανομένου και των πιο επίμονων παθογόνων ενδεικτικά αναφέρουμε το e-coli, σαλμονέλα, ηπατίτιδα κ.λπ. Έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τον NSF & WQA επιβεβαιώνει ότι το σύστημα υπεριώδους ακτινοβολίας, είναι εξαιρετικά αποτελεσματικό στο κρυπτοσπορίδιο.   ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΕΡΙΩΔΗ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΥΠΕΡΙΩΔΗΣ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ Η υπεριώδης ακτινοβολία είναι ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία με μήκος κυμάτων μικρότερο του φυσικού φωτός αλλά μεγαλύτερο των ακτίνων χ ΦΑΣΜΑ ΥΠΕΡΙΩΔΟΥΣ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑΣ - ΟΡΑΤΟ ΦΩΣ Το "φυσικό φως" που βλέπουν τα μάτια μας διαμορφώνει ένα μικρό μέρος του συνολικού φάσματος. Το φυσικό φως εκτείνετε από το γνωστό μπλε, πράσινο, κίτρινο, πορτοκαλί, κόκκινο. Το κόκκινο φως είναι πιο αχνό από τα χρώματα φυσικού φωτός και το μπλε είναι το πιο ζωηρό. Πέρα από το φάσμα του κόκκινου φωτός υπάρχουν και οι υπεριώδεις ακτίνες "Χ" και "Γ" TI EINAI TO UV? Η υπεριώδης ακτινοβολία χωρίζεται σε 3 ζώνες : UVA ακτινοβολία (320 έως 400nm) που ευθύνεται για το καλοκαιρινό μαύρισμα. UVB ακτινοβολία (280 έως 320nm) που προκαλεί τα ηλιακά εγκαύματα και καρκίνο του δέρματος. UVC ακτινοβολία (200 έως 280nm) που απορροφάται από το DNA και προκαλεί γενετικές βλάβες και αδρανοποιεί τα βακτήρια και τους ιούς. Ονομάζεται "μικροβιοκτόνος". UVC ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ. H ακτινοβολία UV είναι η πιο συνήθης παραγωγή θερμότητας στις υδραργυρικές αχνώδεις λάμπες χαμηλής και μέτριας έντασης. Η ενέργεια εκπέμπεται στα 253,7 nm και έχει αποδειχθεί ότι είναι η πιο αποτελεσματική ακτίνα φωτός ενάντια στα βακτήρια.  [:en]As for UV technology, it concentrates the power of ultraviolet radiation for the final stage of water disinfection, projecting the UV lamp. The design of each water tank and the specifications of the UV lamp are harmoniously combined and tested to provide maximum, high percentages of healthy water. Ultraviolet radiation prevents the growth of bacteria by destroying the DNA core thus making them unable (immunize) to reproduce. The UV lamp operates at a frequency of 253.7 nm, which is the most effective radiation against bacteria. All bacteria and viruses are destroyed by UV radiation much more easily than others. The ultraviolet technology of the UV device is more effective against all bacteria, including the most persistent pathogens such as e-coli, salmonella, hepatitis, etc. Research conducted by NSF & WQA confirms that the UV system is highly effective on cryptosporidium.   MORE INFORMATION ABOUT EXTRA SEASONAL RADIATION ULTRAVIOLET RADIATION Ultraviolet radiation is electromagnetic radiation with a wavelength shorter than natural light but longer than x-rays SPECTRUM OF EXTRA-PERIOD RADIATION - VISIBLE LIGHT The "natural light" that our eyes see forms a small part of the total spectrum. Natural light extends from the familiar blue, green, yellow, orange, red. Red light is the faintest of natural light colors and blue is the most vivid. Beyond the red light spectrum there are also ultraviolet "X" and "C" rays WHAT IS UV? Ultraviolet radiation is divided into 3 zones: UVA radiation (320 to 400nm) responsible for summer tanning. UVB radiation (280 to 320nm) that causes sunburn and skin cancer. UVC radiation (200 to 280nm) that is absorbed by DNA and causes genetic damage and inactivates bacteria and viruses. It's called a "germ killer." UVC RADIATION. UV radiation is the most common source of heat in low and medium intensity mercury vapor lamps. The energy is emitted at 253.7 nm and has been shown to be the most effective light beam against bacteria.[:]
ποσιμο νερο απο φιλτρο

For bottled water.

[:el]Της βρύσης ή το εμφιαλωμένο είναι καλύτερο; Παρά την υπερβολικά υψηλή τιμή των εμφιαλωμένων νερών συγκριτικά με το νερό της βρύσης, τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί θεαματικά η παγκόσμια ζήτησή τους εξαιτίας της κοινής αντίληψης ότι το δίκτυο ύδρευσης δεν είναι όσο ασφαλές θα μπορούσε να είναι. Στην τεράστια αύξηση ενδιαφέροντος για εμφιαλωμένο νερό έχουν συνεισφέρει σημαντικά η ανάγκη για την κατάλληλη ενυδάτωση πριν και μετά τη σωματική άσκηση, οι προτεινόμενοι υγιεινοί τρόποι ζωής και οι αποτελεσματικές διαφημιστικές εκστρατείες των εταιρειών εμφιάλωσης νερού. Η αυξανόμενη ρύπανση των επιφανειακών και υπόγειων υδατικών πόρων είχε αποτέλεσμα την υποβάθμιση του νερού από τη βρύση και έδωσε αφορμή για τη δημιουργία μεγάλων εταιρειών παραγωγής εμφιαλωμένου νερού. Η δημιουργία μιας επιχείρησης εμφιάλωσης νερού είναι σχετικά μικρού κόστους και το εμπόριο εμφιαλωμένου νερού είναι πολύ κερδοφόρο, με πάρα πολύ καλές επενδυτικές προοπτικές. Όμως, με την εξέλιξη της τεχνολογίας καθαρισμού νερού, υπάρχουν περιπτώσεις που το νερό του δικτύου ύδρευσης είναι καλό ή και καλύτερο από το εμφιαλωμένο, όπως για παράδειγμα το νερό της πόλης της Νέας Υόρκης, του Μονάχου και της Πάτρας. Υπάρχουν διάφορα είδη εμφιαλωμένου νερού: (α) το φυσικό μεταλλικό νερό (natural mineral water) προέρχεται από υπόγεια νερά, τα οποία περιέχουν ένα σταθερό επίπεδο μετάλλων και ιχνοστοιχείων, (β) το νερό φυσικής πηγής (spring water) προέρχεται από υπόγεια υδροφόρα στρώματα από τα οποία το νερό εκρέει φυσικά στην επιφάνεια της Γης, (γ) το καθαρισμένο νερό (purified water) προέρχεται από επιφανειακά ή υπόγεια νερά, τα οποία έχουν υποστεί επεξεργασία προκειμένου να είναι κατάλληλα για κατανάλωση από το κοινό, (δ) το αρτεσιανό νερό (artesian water) είναι νερό το οποίο προέρχεται από ένα πηγάδι, το οποίο διαπερνά ένα υδροφόρο στρώμα όπου η πιεζομετρική στάθμη του νερού είναι υψηλότερη από την κορυφή του υδροφόρου στρώματος, (ε) το νερό με ανθρακικό (sparkling water) το οποίο μετά από σχετική επεξεργασία και πιθανή προσθήκη διοξειδίου του άνθρακα, περιέχει το ίδιο ποσοστό διοξειδίου του άνθρακα που είχε αρχικά στην πηγή και (στ) το νερό γεώτρησης (well water), το οποίο προέρχεται από υπόγεια υδροφόρα στρώματα. Το νερό της βρύσης μπορεί να μολυνθεί από διάφορες χημικές, μικροβιακές και φυσικές εστίες ρύπανσης. Ορισμένοι μολυσματικοί παράγοντες μπορούν να ελεγχθούν ευκολότερα στα εμφιαλωμένα νερά παρά στο νερό της βρύσης, το οποίο διοχετεύεται με τους σωλήνες του συστήματος διανομής. Ωστόσο, μερικές ουσίες μπορούν να αποδειχθούν πιο επικίνδυνες στα εμφιαλωμένα νερά παρά στο νερό της βρύσης, γιατί το εμφιαλωμένο νερό αποθηκεύεται για αρκετά μεγάλα χρονικά διαστήματα στα μπουκάλια και σε υψηλότερες θερμοκρασίες από το νερό που διανέμεται με το δίκτυο ύδρευσης. Το νερό εμφιαλώνεται σε πλαστικά ή γυάλινα μπουκάλια. Όμως τα πλαστικά μπουκάλια κατασκευάζονται από ΡΕΤ (τερεφθαλικό πολυαιθυλένιο). Για την παραγωγή ΡΕΤ, το 90% των παραγωγών χρησιμοποιούν τον καταλύτη τριοξείδιο του αντιμονίου, ο οποίος θεωρείται από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας ως πιθανό καρκινογόνο στοιχείο. Επίσης, η πλειονότητα των πλαστικών μπουκαλιών δεν ανακυκλώνεται και καταλήγουν σε χώρους υγειονομικής ταφής όπου παραμένουν αδιάσπαστα για αρκετές δεκάδες χρόνια. Τα φυσικά νερά περιέχουν διάφορα ανόργανα και οργανικά συστατικά, τα οποία μπορεί να είναι διαλυμένα ή αιωρούμενα. Οι προδιαγραφές για την ποιότητα των εμφιαλωμένων νερών είναι ίδιες με αυτές που ισχύουν και για το πόσιμο νερό. Το άθροισμα των δισθενών κατιόντων, κυρίως ασβέστιο και μαγνήσιο, προκαλεί σκληρότητα στο νερό. Ένα ποσοστό της σκληρότητας εξαφανίζεται (κατακρημνίζεται) εάν βράσουμε το νερό. Ο όρος σκληρότητα μας είναι γνωστός γιατί συχνά χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει φυσικά νερά τα οποία δεν αφρίζουν επαρκώς στο πλύσιμο. Αυτό οφείλεται στα πολυσθενή κατιόντα που υπάρχουν στο νερό, τα οποία αντιδρούν με το περιεχόμενο στεατικό οξύ του σαπουνιού σχηματίζοντας δυσδιάλυτα άλατα, τα οποία δεν επιτρέπουν τη δημιουργία καλού αφρού στο πλύσιμο. Επίσης, ο όρος σκληρότητα χαρακτηρίζει νερά τα οποία κατά το βράσιμο δημιουργούν ένα ίζημα ανθρακικού ασβεστίου το οποίο παρατηρείται συνήθως στα οικιακά σκεύη (π.χ. κατσαρόλες) και στους σωλήνες ζεστού νερού. Οι πλέον συνηθισμένες μονάδες σκληρότητας είναι mg/L ισοδύναμο ανθρακικό ασβέστιο (CaCO3). Τα νερά κατατάσσονται βάσει της ολικής τους σκληρότητας σε μαλακά (0-75 mg/L CaCO3), μέτρια (75-150 mg/L CaCO3), σκληρά (150-300 mg/L CaCO3) και πολύ σκληρά (>300 mg/L CaCO3). Μολονότι πολλοί έχουν υποστηρίξει ότι τα σκληρά νερά μπορεί να επιδεινώσουν διάφορες ασθένειες (π.χ. κολικούς, υπέρταση), τα αποτελέσματα αυτά είναι αβέβαια. Επίσης μελέτες υποστηρίζουν ότι το σκληρό νερό θα μπορούσε να δρα ευεργετικά κατά καρδιακών νοσημάτων, εξαιτίας του ασβεστίου που περιέχει. Το συμπέρασμα αυτό είναι πολύ αμφισβητήσιμο, διότι τα σκληρά νερά σχετίζονται με υψηλές συγκεντρώσεις ολικών διαλυτών στερεών, τα οποία κάθε άλλο παρά ευεργετικά κατά καρδιακών νοσημάτων θεωρούνται. Ως εκ τούτου δεν υπάρχει προδιαγραφή που να επιβάλει κάποιο ανώτατο παραδεκτό όριο για τη σκληρότητα του νερού. Τα εμφιαλωμένα νερά στην ετικέτα τους περιλαμβάνουν τα τυπικά συστατικά των χημικών αναλύσεων μαζί με τις τιμές αγωγιμότητας, pH και ολικών διαλυτών στερεών.  [:en]Is tap or bottled better? Despite the extremely high price of bottled water compared to tap water, in recent years the global demand for it has increased dramatically due to the general perception that the water supply network is not as safe as it could be. The need for proper hydration before and after physical exercise, recommended healthy lifestyles and effective advertising campaigns by water bottling companies have contributed significantly to the huge increase in interest in bottled water. The increasing pollution of surface and underground water resources resulted in the degradation of tap water and gave rise to the creation of large bottled water companies. Setting up a water bottling business is relatively low cost and the bottled water trade is very profitable, with very good investment prospects. However, with the development of water purification technology, there are cases where tap water is as good or even better than bottled water, such as the city water of New York, Munich and Patras. There are different types of bottled water: (a) natural mineral water comes from underground water, which contains a constant level of metals and trace elements, (b) spring water comes from underground aquifers from which water flows naturally on the surface of the Earth, (c) purified water comes from surface or underground water, which has been treated to make it suitable for public consumption, (d) artesian water ( artesian water) is water that comes from a well, which penetrates an aquifer where the piezometric level of the water is higher than the top of the aquifer, (e) carbonated water (sparkling water) which after relative treatment and possible addition of carbon dioxide, contains the same percentage of carbon dioxide as it originally had at the source and (f) well water, which comes from underground aquifers. Tap water can be contaminated by various chemical, microbial and physical sources of contamination. Some contaminants can be more easily controlled in bottled water than in tap water, which is piped through the distribution system. However, some substances can prove to be more dangerous in bottled water than in tap water, because bottled water is stored for longer periods of time in bottles and at higher temperatures than water distributed through the water supply network. Water is bottled in plastic or glass bottles. But plastic bottles are made from PET (polyethylene terephthalate). For the production of PET, 90% of producers use the catalyst antimony trioxide, which is considered by the World Health Organization as a possible carcinogen. Also, the majority of plastic bottles are not recycled and end up in landfills where they remain undecomposed for several decades. Natural waters contain various inorganic and organic components, which may be dissolved or suspended. The specifications for the quality of bottled water are the same as those for drinking water. The sum of divalent cations, mainly calcium and magnesium, causes hardness in water. A percentage of the hardness disappears (precipitates) if we boil the water. Our term hardness is known because it is often used to describe natural waters that do not foam sufficiently when washing. This is due to the polyvalent cations present in the water, which react with the stearic acid contained in the soap, forming insoluble salts, which do not allow the creation of good foam in washing. Also, the term hardness characterizes water which, when boiled, creates a calcium carbonate precipitate which is commonly observed in household utensils (e.g. pots) and hot water pipes. The most common hardness units are mg/L calcium carbonate equivalent (CaCO3). Waters are classified based on their total hardness into soft (0-75 mg/L CaCO3), medium (75-150 mg/L CaCO3), hard (150-300 mg/L CaCO3) and very hard (>300 mg/L) CaCO3). Although many have argued that hard water can worsen various diseases (eg, colic, hypertension), these effects are uncertain. Also, studies support that hard water could have a beneficial effect against heart diseases, due to the calcium it contains. This conclusion is highly questionable because hard water is associated with high concentrations of total soluble solids, which are far from being considered beneficial against heart disease. Therefore there is no specification that imposes any upper acceptable limit for water hardness. Bottled waters on their label include standard chemical analysis components along with conductivity, pH and total dissolved solids values.[:]
Back to Top
Product has been added to your cart